κατόπτευε

κατόπτευε
κατοπτεύω
spy out
pres imperat act 2nd sg
κατοπτεύω
spy out
pres imperat act 2nd sg
κατοπτεύω
spy out
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
κατοπτεύω
spy out
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κατοπτεύω — κατόπτευσα, κατοπτεύθηκα, παρατηρώ κάτι από ψηλό μέρος: Ανέβηκε στην κορφή του βουνού και κατόπτευε κάτω τις κινήσεις του εχθρού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”